Πέμπτη 28 Νοεμβρίου 2019

ΤΑ ΞΕΝΑ



Ταξίδεψα πολύ
σαν έρημο πουλί
περπάτησα σοκάκια κι ανηφόρες
ανέβηκα ψηλά
έπεσα χαμηλά
λιακάδες γνώρισα, βροχές και μπόρες.

Μα όπου κι αν γυρνώ
κοιμάμαι και ξυπνώ
με μια εικόνα μέσα μου κι ελπίδα.
Αχ! και να ξαναδώ
γαλάζιο ουρανό
σκληρά βουνά, εσένανε πατρίδα.

Κι αν πάντα με πονάς
και τις πληγές κεντάς
τόσο εγώ παθιάζομαι για σένα
και αν διώχνεις τα παιδιά
να πάνε μακριά
να ξέρεις δεν αντέχονται τα ξένα.


από τη συλλογή: Ωδαί  τοις  ηττημένοις  2010

Πέμπτη 21 Νοεμβρίου 2019

ΚΟΡΝΕΣ















Στο κέντρο χτες κατέβηκα 
όχι για να ψωνίσω
μα το σφυγμό της αγοράς
ήθελα να μετρήσω..

Λοιπόν, στα καταστήματα
και στις μπουτίκ ιδίως
ο γυναικείος πληθυσμός
εργάζεται κυρίως.

Την πελατεία καλύτερα
αυτές την κουμαντάρουν
μα απ’ τους άντρες πιο πολύ
τις είδα να φουμάρουν.

Κι αφού υπάρχει αναδουλειά
πίσω απ’ τις βιτρίνες
σαν τα φουγάρα ανάβουνε
τα τσιγαράκια εκείνες.

Μα  νόμος για το κάπνισμα
αυτές έπληξε πρώτες
κι έξω απ’ τα καταστήματα
καπνίζουν μπρος στις πόρτες.

Τις πλάτες τους στηρίζουνε
επάνω στο δοκάρι
και λυγισμένο έχουνε
το ένα τους ποδάρι.

Οι σερνικοί που οδηγούν
πατούν συνέχεια κόρνες
λες και περνούν απ’ την οδό
που ’χουν τα ¨σπίτια¨ οι πόρνες.

Από τη συλλογή Σατιρική αδεία 2011

Τρίτη 19 Νοεμβρίου 2019

ΤΟ ΦΩΤΟΓΡΑΦΕΙΟ


Στο δρόμο που σε πάει ντουγρού προς την Καμάρα ίσια
στη Δημητρίου Γούναρη πιο πάνω απ’ τα Ιλίσια
στο εκκλησάκι απέναντι προ της  Διαγωνίου
ψάχνω να βρω την πρόσοψη παλιού φωτογραφείου.

Εκεί με το χακί μπερέ βγήκα φωτογραφία
κι ο φωτογράφος έβαλε όλη τη μαεστρία.
Στα εικοστρία χρόνια μου κλεισμένα στην κορνίζα
εστίαζαν τη δέσμη τους τα φώτα απ’ τη μαρκίζα.

Εκεί στη Νύμφη του Βορά, στη μέση της βιτρίνας
εγώ ο οπλίτης χαμουτζής του Νότου, της Αθήνας.
Ένοιωθα υπερηφάνεια, το είχα για καμάρι
κι έστελνα κάθε μου γνωστό μάτι για να με πάρει.

Κοίτα τι μου ’ρθε σήμερα μετά από τόσα χρόνια
και ψάχνω μέσα στ’ άχυρα της Βενετιάς βελόνια.
Το μαγαζάκι άλλαξε ποιός ξέρει πόσες χρήσεις
και στον καθρέφτη ανώφελες τώρα τέτοιες  συγκρίσεις.

Παρασκευή 15 Νοεμβρίου 2019

ΠΛΑΤΕΙΑ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ 3








Φτωχόπαιδο απ’ τον Αλμυρό ήρθε στη Σαλονίκη
Σχολή Υπαξιωματικών, σαρδέλα στο μανίκι.

Η Βιομηχανική,  μετά, η δεύτερη σχολή του
και όταν κάποτε ένιωσε άβολα στη στολή του,

την πέταξε και στης ζωής περπάτησε την πιάτσα
που ευκαιρίες υπόσχεται μα κρύβει και στραπάτσα.

Στη FINA πήγε λογιστής και σ’ άλλες εταιρίες
κι όταν στην πόλη άνθιζαν οι κλωστοϋφαντουργίες,         

μέσα στη Φράγκων άνοιξε μία βιοτεχνία,
στη Σίνδο έστησε μετά μικρή βιομηχανία.

Μα ένας Βαρδάρης σκόρπισε το εργοστάσιό του
και σε μια ώρα αφάνισε ολάκερο το βιος του.

Να τρέχουνε τα δάνεια, χρέη, υπερημερίες
όμως σ’ αυτόν δεν ταίριαζαν κλάψες, μοιρολατρίες.

Ας είχε πέσει απότομα απ’ τον αφρό ως τον πάτο
μάζεψε τα κομμάτια του και δεν το ’βαλε κάτω.

Είχε και οικογένεια, στόματα για να θρέψει˙
σήκωσε τα μανίκια του αμέσως να παλέψει.

Ως άνθρωπος που έφτασε ως του γκρεμού την κόχη
σε οποιαδήποτε δουλειά ποτέ δεν είπε όχι.

Ως λογιστής ή πωλητής, δάσκαλος ή χαμάλης˙
εγώ με ένα μπαγλαμά τον γνώρισα υπό μάλης.

Γεύτηκε απ’ την παλιοζωή πίκρες με το κουτάλι
φίλοι πιστοί ελάχιστοι, το έστριψαν οι άλλοι.

Αγωνιστής, κατόρθωσε πάλι να ορθοποδήσει
μέσα από βάτα αγκαθωτά σαν ρόδο να ανθίσει.

Στα ογδόντα περιουσία του η πείρα αυτής της ζήσης 
ένας Διογένης σύγχρονος, που θα τον συναντήσεις

Βαρδάρι, Ειρήνης, Λαγκαδά γωνία Μοναστηρίου
και στο syllomesour.blogspot.gr του διαδικτύου.

Μαθαίνω απ’ τη σοφία του και φίλο μου τον έχω
μα ως τώρα δεν τον σύστησα, τον λένε:  Γιώργο Στέφο. 

Τον λέγανε γιατί από χτες (14/11) την έκανε κοπάνα
πάει να βρει τη σύζυγο των τέκνων του τη μάνα.

Να ευχηθούμε ελαφρύ χώμα να τον σκεπάσει
μα αν στο Βαρδάρι φτάνουμε ας κάνουμε μια στάση.

Θα ’ναι η καρέκλα του εκεί κάτω απ’ το πλατάνι
εκεί η τραγιάσκα, η μυρωδιά από καπνού χαρμάνι.

Κι αυτός απ’ το αστρολογικό το μεσουράνημά του
θα μας χαρίζει το γλυκό το υπομειδίαμά του.


Τετάρτη 13 Νοεμβρίου 2019

ΠΟΙΟΣ



Είδα τα μάτια σου κλαμένα,
στο πρόσωπό σου μια σκιά
ποιο σύννεφο έκρυψε τον ήλιο,
του φεγγαριού τη ζωγραφιά;

Τα χείλη ποτισμένα πίκρα,
μια άσπρη τρίχα στα μαλλιά
πες μου της άνοιξης λουλούδι
ποιος σου ’χει πάρει τη μιλιά;
Ποιος δε σεβάστηκε το σώμα,
της Αφροδίτης το κορμί
που γέρνει τώρα σαν το δέντρο
που το χτυπήσαν κεραυνοί;

Μην τρέφεις άλλες αυταπάτες
κι απ’ την αλήθεια μην κρυφτείς
το τζάμι αν σπάσει δεν κολλάει
κι αν προσπαθήσεις θα κοπείς.


Τετάρτη 6 Νοεμβρίου 2019

η ΠΟΙΗΤΙΚΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ του ΟΜΑΡ ΚΑΓΙΑΜ
























 Ο Ομάρ Καγιάμ ήταν σπουδαίος επιστήμονας της εποχής του∙ Μαθηματικός, Αστρονόμος και Φιλόσοφος, είχε μελετήσει την Αρχαία Ελληνική Γραμματεία και πολλοί τον θεωρούν ισάξιο με τον Αβικέννα. Οι μελέτες του για τις παράλληλες ευθείες, για την επίλυση τριτοβάθμιων εξισώσεων και  για τους άρρητους αριθμούς συνέβαλαν σημαντικά στην εξέλιξη των μαθηματικών.
Διετέλεσε διευθυντής Αστεροσκοπείου του Merv και το 1074 ήταν επικεφαλής επιστημονικής ομάδας που μεταρρύθμισε το Μουσουλμανικό Ημερολόγιο υιοθετώντας την αρχή του δίσεκτου έτους. Αξίζει να σημειώσουμε ότι προηγήθηκε από το Γρηγοριανό Ημερολόγιο, το οποίο θεσπίστηκε μετά από πέντε αιώνες στη Δύση.
            Ως τις μέρες μας διασώθηκαν μελέτες του για τη Μεταφυσική, μια πραγματεία για τον Ευκλείδη, το βιβλίο Προβλήματα Αριθμητικής, το βιβλίο Πραγματεία στην Απόδειξη Προβλημάτων Άλγεβρας και ένα βιβλίο μουσικής.
Δεν είναι σίγουρο αν διατύπωσε γραπτώς τις Φιλοσοφικές του απόψεις. Η κοσμοθεωρία και η βιοθεωρία του ανιχνεύονται στο ποιητικό του έργο και συγκεκριμένα σε ποιήματα που αποδίδονται σ’ αυτόν και αντλούνται από χειρόγραφα που άρχισαν να γράφονται ένα αιώνα μετά το θάνατό του.
Το πλήρες όνομά του είναι Γκιγασετήν Αμπτουλφατάχ Ιμπν Ιμπραχήμ Καγιάμ Νισαπουρή. Το προσωνύμιο Καγιάμ, που πρόσθεσε στο όνομά του,  σημαίνει σκηνοποιός το οποίο ήταν το επάγγελμα του πατέρα του. Το Νισαπουρή σηματοδοτεί τον τόπο καταγωγής του, την πόλη Νισαπούρ όπου γεννήθηκε το 1048 μ.Χ. αλλά και θάφτηκε το 1131. Ο τάφος του υπάρχει ακόμη και μάλιστα το 1963 στο χώρο αυτό κατασκευάσθηκε από τον Ιρανό αρχιτέκτονα Χουσάνγκ Σεϊχούν το Μαυσωλείο του, ένα αριστούργημα της Ιρανικής αρχιτεκτονικής, που δέχεται κάθε χρόνο πολλούς επισκέπτες.
Πολυπράγμων, λοιπόν, ο Ομάρ Καγιάμ, διάσημος για το επιστημονικό και ποιητικό έργο του στην Ανατολή. Όμως η φήμη του  και η δόξα του στη Δύση οφείλεται  στα τετράστιχά του, που στα Περσικά ονομάζονται Ρουμπαγιάτ που είναι ο πληθυντικός του ρουμπάι. Ρουμπάι λέγεται το τετράστιχο ποίημα με ολοκληρωμένο νόημα, ένας ποιητικός  επιγραμματικός στοχασμός. Ο πρώτος, ο  δεύτερος και ο τέταρτος στίχος ομοιοκαταληκτούν ενώ ο τρίτος είναι ελεύθερος ή λυτός όπως τον έλεγαν παλαιότερα.
Χίλια με χίλια διακόσια ρουμπαγιάτ αποδίδονται στον Καγιάμ, αλλά οι διάφοροι μελετητές του θεωρούν ότι μόνο το ένα τρίτο από αυτά είναι γνήσια.

Παραπάνω αποδίδω σε δεκαπεντασύλλαβο δύο τετράστιχά του.

Δευτέρα 4 Νοεμβρίου 2019

ΜΠΗΚΕΣ ΣΤΟ ΜΠΑΝΙΟ


ΜΠΗΚΕΣ  ΣΤΟ  ΜΠΑΝΙΟ

Γύρισες το κλειδί αργά
και μπήκες σαν τον κλέφτη
και μία γρήγορη ματιά
έριξες στον καθρέφτη.

Είδες το θερμοσίφωνο
αν είναι αναμμένο
και το γιακά σου ως τ’ αφτιά
τον είχες σηκωμένο.

Μπήκες στο μπάνιο για να ξεπλύνεις
τα χάδια, τα φιλιά, σημάδια εκείνης.
Γιατί ρε φίλε για μια Μαρία
εγώ να μένω στου λουτρού τα κρύα;

Μέσα απ’ την ντουλάπα μου
πάρε τα λερωμένα
εγώ έχω πάγο στην καρδιά
και χείλια σκουριασμένα.

Μην πεις κουβέντα φίλε μου
φύγε, μη βγάλεις άχνα
δωσ’ τα κλειδιά και άσε με
με ματωμένα σπλάχνα.

από τη συλλογή:  ¨Ωδαί τοις ηττημένοις¨