Τέρμα
Ειρήνης Βαρδαρίου
και Αγίου Δημητρίου
το
κυκλάμινο στο βράχο
σαν
την καλαμιά μονάχο.
Δίπλα
του σωροί σκουπίδια
και
σπασμένα κεραμίδια.
Αδιάφοροι
διαβάτες
με
καμπουριασμένες πλάτες.
Μόνο
ένα προσφυγάκι
το
ποτίζει με νεράκι.
Ράγισαν
στα χείλη οι στίχοι
δίπλα
στα παλιά τα τείχη.
Κοκκινίζει
το φανάρι
παγωμένο
το σφουγγάρι
ο
μικρός σκύβει στα τζάμια
τ’
αυτοκίνητα ποτάμια.
Λίγα
κέρματα στην τσέπη
πού
’ναι ο Πανθ’ ορών, δε βλέπει;
Κι
οι διαβάτες μες στο κρύο
στο
δικό τους το φορτίο.
Το
κυκλάμινο δακρύζει
όμως
μάταια ελπίζει
του
χιονιά η άσπρη πάχνη
ζάχαρη
να γίνει άχνη.