κυκλοφορεί από τις εκδόσεις ΤΑΔΕ ΕΦΗ
εξώφυλλο Χριστόδουλος Κουβέλης
Εδώ
που ωρίμαζαν σταφύλια στα αμπέλια
μπαξέδες
κάρπιζαν, περβόλια και σπαρτά
τώρα
υψώνεται ένα δάσος με βαρέλια
συρματοπλέγματα
τριγύρω αγκαθωτά.
αποσπάσματα από το πρώτο μονόπρακτο
ΑΝΔΡΑΣ:
Άνοιξε
το παράθυρο, βλέπω έχει ήλιο έξω.
ΓΥΝΑΙΚΑ:
Εγώ
αυτή τη μυρωδιά πώς θέλεις να αντέξω;
Πριν
λίγο πάλι έβαλα στη μύτη το οξυγόνο,
πάμε
να φύγουμε από δω, αυτό σου λέω μόνο.
ΑΝΔΡΑΣ:
Πάλι
τη μπόχα αμόλησαν αυτοί οι αφορεσμένοι;
Σε
αερίων θάλαμο λες κι είμαστε κλεισμένοι.
Να,
κοίτα τα φουγάρα τους τα καλοταϊσμένα
κι
οι φλόγες τους υψώνονται σα φίδια
λυσσασμένα.
ΓΥΝΑΙΚΑ:
Μικρό
κορίτσι ήμουνα, εξήντα χρόνια πίσω
είχαμε
ωραία ατμόσφαιρα, αέρα πελαγίσιο.
Εκεί
που τώρα ορθώνονται αυτές οι καμινάδες
ήτανε
αμπέλια και σπαρτά, δέντρα, περικοκλάδες.
Σπιτάκια
ανάρια ανάμεσα και ζώα που βοσκούσαν
κι
εδώ στις φτωχογειτονιές πρόσφυγες που
γλεντούσαν.
Φωτογραφίες,
κοίτα εδώ, κιθάρες, μπαγλαμάδες
τα
Σάββατα, τις Κυριακές, αργίες και
γιορτάδες.
Κοίτα
εδώ Πρωτομαγιά και Καθαρή Δευτέρα
εκεί
που είν’ οι δεξαμενές, λιγάκι παραπέρα.
Αχ!
Τώρα τι θυμήθηκα σε μια μουριά από κάτω
πήρα
το πρώτο, πρώτο μου, φιλί από το Στράτο.
Ήμουνα
δεκατέσσερα, έφευγε αυτός φαντάρος,
τι
με κοιτάς καχύποπτα, δεν του ’δωσα άλλο
θάρρος.
Στη
Σουηδία πέθανε που πήγε μετανάστης
σ’
ένα εργοστάσιο χαρτιού μες στο βυθό της
λάσπης.
ΑΝΔΡΑΣ:
Αμάν
μ’ αυτό το χούι σου πάντα να ξεστρατίζεις
μιλάμε
για το σήμερα κι εσύ πίσω γυρίζεις.
ΓΥΝΑΙΚΑ:
Ναι
έχεις δίκιο βασικά, μα σήμερα είσαι
λάθος
η
ρύπανση έχει παρελθόν κι εγώ πάω σε
βάθος.
Πρωτοχρονιά
ανήμερα, θαρρώ το εξήντα δύο
κοπή
της βασιλόπιτας σε κόμματος γραφείο.
Με
πήγε ο πατέρας μου, σημαία και λαμπιόνια
το
κρύο ήταν δυνατό κι είχε ο Χορτιάτης
χιόνια.
Επί
της Πέτρου Λεβαντή, για δες τι μου’ ρθε
τώρα
είχα
πετύχει το φλουρί, μου έδωσαν και δώρα.
Δώδεκα
ήμουν, άκουσα έξι άντρες να μιλάνε
¨σε
δυο χρόνια το πολύ μπουλτόζες ξεκινάνε¨.
.................................................................
..........................................................
ΑΝΔΡΑΣ:
Τσουβάλια
τα δολάρια έγραφε η εφημερίδα
ότι
ο Τομ Πάππας έρχεται για μπίζνες στην
πατρίδα.
Ήτανε
αναγκαστικές οι απαλλοτριώσεις
στα
Διαβατά αντιστάθηκαν, κάνανε συγκεντρώσεις.
Αστυφιλία
σε έξαρση, μεγάλη ανεργία
και
κύμα μετανάστευσης, ιδίως για Γερμανία,
οπότε
ήταν χλιαρές τότε οι αντιδράσεις∙
έτσι
περνούσαν και περνούν οι αποικιοσυμβάσεις.
Εγώ
δε ήμουν τότε εδώ, ταξίδευα στα πλοία
τα
άκουσα απ’ τους παλιούς μέσα στα
καφενεία.
ΓΥΝΑΙΚΑ:
Κάνανε
ότι θέλανε, δεν παίρνανε από λόγια
μα
κι από ποιους, απ’ τους γιες μεν ή από
τα λαμόγια;
Εδώ
τους βόλευε γιατί κοντά είναι το λιμάνι
φτηνή
η γη, επίπεδη, χτιζόταν μάνι-μάνι.
Κι
έτσι κατσικωθήκανε δίπλα από την πόλη
και
έκτοτε τη ρύπανση φορέσαμε βραχιόλι.
...................................................
Και
να τα διυλιστήρια και να η αμμωνία
ΕΣΣΟ,
ΕΘΥΛ, και χημικά πιο πέρα στη γωνία.
Διαρροές,
απόβλητα, μαυρίλα, αναθυμιάσεις∙
βίωσα
τριτοκοσμικές, εντέλει, καταστάσεις.
Γι’
αυτό σου λέω δεν μπορώ άλλο εδώ να ζήσω
εκτός
από το άσθμα μου καρκίνο θ’ αποκτήσω.