Ένας ελαιοχρωματιστής
κάποτε στη Μπαμπίνη
κόντεψε δίχως ¨όργανο¨
ο φουκαράς να μείνει.
Την ώρα που τα εργατικά
τα ρούχα του φορούσε
μες στο μπατζάκι ένιωσε
κάτι πως περπατούσε.
Και ύστερα ανέβηκε
έφτασε στ' αχαμνά του
και μέσα εκεί στη ζεστασιά
έφτιαξε τη φωλιά του.
Και όταν είδε την ουρά
στου φερμουάρ την πόρτα
νόμισε ήτανε οχιά
λούστηκε στον ιδρώτα.
Μα ευτυχώς το ερπετό
ήτανε σκουτουρέλα
κι αρχισε με του όρχεις του
να κάνει κούνια μπέλα.
Το παντελόνι αστραπή
στο πάτωμα πετάει
κι αμέσως με τα δάχτυλα
άρχισε να μετράει.
Ψηλάφιζε και μέτραγε
στο φουλ η αγωνία
μπήκε η καρδιά στη θέση της
όταν τα βρήκε τρία.
Ρολά, πινέλα πέταξε
απ' την τρελή χαρά του
κι έβγαλε για μπογιάτισμα
τη ¨βούρτσα¨ τη δικιά του.
Στου δωματίου τη γωνιά
είχε ζαρώσει η σαύρα
κι από τη στεναχώρια της
τα είχε βάψει μαύρα.
Μιλιά αν είχε θα 'λεγε
με λόγια πικραμένα
¨Γιώργο, δεν είχα πρόθεση
εγώ να βλάψω εσένα.
Η φήμη σου είναι γνωστή
σ' όλης της γης τα όντα
πως διαθέτεις δυνατά
αρσενικά προσόντα.
Γι' αυτό, λοιπόν, σκαρφάλωσα
ψηλά μέχρι τα σκέλη
μες στην κυψέλη έφτασα
δε γεύτηκα, όμως, μέλι.
κάποτε στη Μπαμπίνη
κόντεψε δίχως ¨όργανο¨
ο φουκαράς να μείνει.
Την ώρα που τα εργατικά
τα ρούχα του φορούσε
μες στο μπατζάκι ένιωσε
κάτι πως περπατούσε.
Και ύστερα ανέβηκε
έφτασε στ' αχαμνά του
και μέσα εκεί στη ζεστασιά
έφτιαξε τη φωλιά του.
Και όταν είδε την ουρά
στου φερμουάρ την πόρτα
νόμισε ήτανε οχιά
λούστηκε στον ιδρώτα.
Μα ευτυχώς το ερπετό
ήτανε σκουτουρέλα
κι αρχισε με του όρχεις του
να κάνει κούνια μπέλα.
Το παντελόνι αστραπή
στο πάτωμα πετάει
κι αμέσως με τα δάχτυλα
άρχισε να μετράει.
Ψηλάφιζε και μέτραγε
στο φουλ η αγωνία
μπήκε η καρδιά στη θέση της
όταν τα βρήκε τρία.
Ρολά, πινέλα πέταξε
απ' την τρελή χαρά του
κι έβγαλε για μπογιάτισμα
τη ¨βούρτσα¨ τη δικιά του.
Στου δωματίου τη γωνιά
είχε ζαρώσει η σαύρα
κι από τη στεναχώρια της
τα είχε βάψει μαύρα.
Μιλιά αν είχε θα 'λεγε
με λόγια πικραμένα
¨Γιώργο, δεν είχα πρόθεση
εγώ να βλάψω εσένα.
Η φήμη σου είναι γνωστή
σ' όλης της γης τα όντα
πως διαθέτεις δυνατά
αρσενικά προσόντα.
Γι' αυτό, λοιπόν, σκαρφάλωσα
ψηλά μέχρι τα σκέλη
μες στην κυψέλη έφτασα
δε γεύτηκα, όμως, μέλι.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου