Απ’
την παιδική ηλικία // έμπαινα στα
καφενεία
συζητήσεις
να ακούω απ’ τους παλιούς
ιστορίες
που ’χουν δόξα // και για της φυλής
τη λόξα
τα
αδέρφια να χτυπούν τους αδερφούς.
Στο
¨ΠΑΛΙΟ
ΤΟ ΞΥΛΟΥΡΓΕΙΟ¨ // που ’ναι τώρα καφενείο
πήγαμε
με τον Αντώνη πάλι χτες
και
περάσαμε σπουδαία // γιατί είχαμε
παρέα
δυο
υπερήλικες σοφούς συζητητές.
Το
Γιωργούλη και το Στέλιο // που
κρατάνε το βαγγέλιο
για
Χαρμάνκιοϊ-Κορδελιό και Κουκλουτζά
του
μεσοπολέμου γέννα // ήταν το σαράντα
ένα
συνομήλικα
δεκάχρονα παιδιά.
Τέρατα
κι οι δύο μνήμης // και με αίσθημα
ευθύνης
ξεδιπλώσαν
ντοκουμέντα φοβερά
για
της κατοχής τα χρόνια // την εμφύλια διχόνοια
για
τα πέτρινα τα έτη τα μετά.
Σκέφτομαι
τι έχει βιώσει // τι σταυρούς έχει
σηκώσει,
σκληροτράχηλη
ετούτη η γενιά
μια
απίστευτη εμπειρία // και απέραντη σοφία
πίσω
αφήνει σε εμάς κληρονομιά.
Να
μην κάνουμε ίδια λάθη // ν’ αποφύγουμε
τα πάθη
συνετά
να πορευτούμε στη ζωή.
Βλέπω
όμως τα εγγόνια // ξαπλωμένα στα
σαλόνια
αποχαύνωση
σπουδάζουν στην T.V.