Μια
ιστορία έμμετρη θα σας παρουσιάσω
την
αξιοπιστία της, χωρίς, να εξιχνιάσω.
Ίσως ένας
ερευνητής, ρεπόρτερ να υπάρξει
πιο άξιος
που ενδελεχώς το θέμα αυτό να ψάξει.
Ο Βάβας ο
Ευάγγελος από το Γρεβενίτι
απ’ την
πατρίδα κάποτε πέταξε σαν σπουργίτι.
Το είκοσι
τον βρίσκουμε κάτω στην Μοζαμβίκη
με τις
δουλειές του ποδαριού και με το χαμαλίκι.
Ως
επιστάτη ύστερα σε μία εταιρία
που
εκμεταλλευότανε τεράστια φυτεία.
Το
εικοσιδυο γνωρίστηκε μ’ έναν Μικρασιάτη
δυο
μετανάστες Έλληνες σε μια γωνιά του χάρτη.
Ήταν ο
Γιώργος Φιλιππής που στης σφαγής τη δίνη
με ένα
πλοίο ιταλικό το έσκασε απ’ τη Σμύρνη.
Σύντομα
αναπτύξανε μια στέρεα φιλία
κι η μοίρα τους τούς έφερε μέχρι τη Βραζιλία.
Μετά από
σκληρή δουλειά και με οικονομίες
κάποια
στιγμή ρισκάρισαν, πήραν πρωτοβουλίες.
Βγάλαν δυο
Bedford φορτηγά, παίρνοντας κι ένα δάνειο
και από
τότε άρχισε το έργο το τιτάνιο.
Τόνους,
εκατομμύρια, μετέφεραν ξυλεία
δασών που
αποψιλώθηκαν σε μία επαρχία,
εκεί όπου
μελλοντικά χτίστηκε η Μπαζίλια
-η νέα η
πρωτεύουσα- μακριά από το Ρίο μίλια.
Πήγαν
καλά, επεκτάθηκαν σ’ άλλες επιχειρήσεις
σε
αποθήκες, μαγαζιά και πλήθος επενδύσεις.
Μα ο
Φιλιππής νοστάλγησε κάποτε την Ελλάδα
έφυγε κι
άφησε αδερφό και φίλο εκεί το Βάβα.
Ο Βάβας ρίζες
άπλωσε με τρίτεκνη οικογένεια
με κύρος
και υπόληψη μέσα στην ομογένεια.
Μα ένα
τροχαίο άλλαξε το βήμα της ζωής του
όταν
επικαθήμενο της επιχείρησής του,
έπεσε σε
βαθύ γκρεμό –κι εκείνος επιβαίνων-
μα επέζησε,
ως κι οι γιατροί τον είχαν ξεγραμμένον.
Ο θάνατος
με τη ζωή φέραν ισοπαλία,
για ένα
χρόνο ολάκερο ήταν σ’ ακινησία
Μία νοσοκόμα
στάθηκε φύλακας άγγελός του
μέρα και
νύχτα ξάγρυπνη, στον πόνο σύντροφός του.
Κι όταν
στα πόδια στάθηκε και βρήκε την υγειά του
την πήρε
και την έφερε στην οικογένειά του.
Έκανε
τέσσερα παιδιά μ’ εκείνη τη μιγάδα
και πλέον
σύνολο επτά, τα τέκνα ήταν του Βάβα.
Σ’ όλα,
αρχαιοελληνικά ονόματα είχε δώσει
ως χρέος
στην καταγωγή θέλοντας να εκπληρώσει.
Ένα απ’ τη
δεύτερη φουρνιά τον είπε Πυθαγόρα,
σπουδαίος
ποδοσφαιριστής έγινε μες στη χώρα.
Κι αν στα
μητρώα γράφτηκε Edvaldo Jizidio
Neto
στο σπίτι
Πητ τον έλεγαν, Βαβά όλοι οι άλλοι, σκέτο.
Ήδη απ’ τα
δεκαπέντε του το ¨τόπι¨ το κατείχε,
ντεμπούτο
το σαραναεννιά κάνει στη Sport Recife.
Έκτοτε
άνοιξε φτερά∙ μετά Vasco da
Gama,
Atletico, Palmeiras , ήτανε παίκτης θαύμα.
Ακόμα
στην
America, San Diego Toros, Neza∙
κρέμασε τα
παπούτσια του, τέλος, στην Portuguesa.
Striker, μέγας sender for∙
στα γήπεδα συνήθως
Peito de Ace
τον φώναζαν, θα πει: ¨ατσαλένιο στήθος¨.
Εκεί όμως
που διέπρεψε ήταν στη Seleção
με
Αμαρίλντο, με Γκιλμάρ, Ντιντί, Πελέ, Ζαγκάλο.
Έπαιξε κι
ήταν βασικός στα Μουντιάλ τα δύο:
Σουηδία το
πενήνταοκτώ, Χιλή το εξηνταδύο.
Χάρις στα
γκολ του, κύπελλα πήρε η Βραζιλία
κι έκτοτε
στο ποδόσφαιρο κατέχει τα πρωτεία.
Προπονητής
σε Cordoba, Al Rayyan
και Γρανάδα,
ήταν μέσα
στα γήπεδα σαράντα χρόνια αράδα.
Έφυγε
εξηνταοκτώ χρονώ το δυο χιλίαδες δύο
πέθανε από
εγκεφαλικό σε κλινική του Ρίο.
Αυτή εν
ολίγοις του Βαβά είναι η βιογραφία,
από
δημοσιεύματα άντλησα τα στοιχεία.
Όμως για
την καταγωγή πηγή μου ήταν μόνη
η γλαφυρή
αφήγηση του φίλου μου του Αντώνη,
που έχει
μνήμη ισόκυρη ενός γραπτού εντύπου
και είναι
γιος του Φιλιππή ή αλλιώς Γιώργου Φιλίππου.
Την
ιστορία άκουσε απ’ το Βαγγέλη Βάβα
όταν το
εβδομήντα αυτός πέρασε απ’ την Ελλάδα.
Στον
Εύοσμο ήρθε που ’μενε ο φίλος κι αδερφός του
και στην κουβέντα ανέφερε πως ο Βαβά είναι ο γιος του.
και στην κουβέντα ανέφερε πως ο Βαβά είναι ο γιος του.
Στην πρώτη φωτογραφία: 1925 στο Ρίο ντε Τζανέιρο
αριστερά
ο Ευάγγελος Βάβας
στη μέση
ο Γιώργος Φιλίππου
και δεξιά
ο Γιώργος Κορακάκης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου