Για ¨ξεχασμένα¨ ιδανικά
πάντοτε βάζω πλάτη
μα στις πληγές μου οι σύντροφοι
μου ρίξανε αλάτι.
Αφού αυτό το σύστημα
τους πήρε υπό την σκέπη
γρήγορα προσαρμόστηκαν
γίνανε καθωσπρέπει.
Το σύστημα δεν τ’ άλλαξα
όπως του το ’χα τάξει
μα τώρα αγωνίζομαι
εκείνο μη μ’ αλλάξει.
Σάββατο 25 Δεκεμβρίου 2010
Τετάρτη 22 Δεκεμβρίου 2010
ΜΙΑ ΝΥΧΤΑ ΣΤΟ ¨ΠΟΛΙΤΙΚΟ¨
Προχτές το βράδυ πέρασα
απ’ τη Φιλίππου Φλώρου
κι ένιωσα πως με τύλιξε
η αύρα του Βοσπόρου.
Πράγματι στο ¨ΠΟΛΙΤΙΚΟ¨
του Νίκου Αμερικάνου
ήχοι γλυκείς χαϊδέψανε
το νεύρο του τυμπάνου.
Στη σκάλα την πιο χαμηλή
του μαγαζιού τα φώτα
και το κλειδί μισή στροφή
μέσα από την πόρτα.
Πήγα στο τζάμι σα σκιά
κοίταξα εντός θαλάμου
νύμφες, νεράιδες και ξωθιά
πήρανε τα μυαλά μου.
Γοργόνες του ωκεανού
σειρήνες του πελάγου
λικνίζονταν, μου στέγνωσαν
το σάλιο του οισοφάγου.
Ένας μεθυστικός χορός
θαρρείς bachelor γάμου∙
μετέτρεψαν το ουζερί
σε βότσαλα της άμμου.
Παίρνω μολύβι και χαρτί
γράφω τα ονόματά τους
κι η κάμερα του κινητού
έγραψε τη ζημιά τους.
Κρατάω στο αρχείο μου
αυτά τα ντοκουμέντα
μα δε θα πω, ως εχέμυθος,
στους άντρες τους κουβέντα
απ’ τη Φιλίππου Φλώρου
κι ένιωσα πως με τύλιξε
η αύρα του Βοσπόρου.
Πράγματι στο ¨ΠΟΛΙΤΙΚΟ¨
του Νίκου Αμερικάνου
ήχοι γλυκείς χαϊδέψανε
το νεύρο του τυμπάνου.
Στη σκάλα την πιο χαμηλή
του μαγαζιού τα φώτα
και το κλειδί μισή στροφή
μέσα από την πόρτα.
Πήγα στο τζάμι σα σκιά
κοίταξα εντός θαλάμου
νύμφες, νεράιδες και ξωθιά
πήρανε τα μυαλά μου.
Γοργόνες του ωκεανού
σειρήνες του πελάγου
λικνίζονταν, μου στέγνωσαν
το σάλιο του οισοφάγου.
Ένας μεθυστικός χορός
θαρρείς bachelor γάμου∙
μετέτρεψαν το ουζερί
σε βότσαλα της άμμου.
Παίρνω μολύβι και χαρτί
γράφω τα ονόματά τους
κι η κάμερα του κινητού
έγραψε τη ζημιά τους.
Κρατάω στο αρχείο μου
αυτά τα ντοκουμέντα
μα δε θα πω, ως εχέμυθος,
στους άντρες τους κουβέντα
Κυριακή 19 Δεκεμβρίου 2010
Ο ΠΛΑΤΑΝΟΣ
Στα δέντρα επάνω τα πουλιά
χτίζουνε τη φωλιά τους
κι οι γάτες ανεβαίνουνε
με άδεια την κοιλιά τους.
Και στους κορμούς οι σκίουροι
μα και οι μπαμπουίνοι
και ο Ταρζάν ανέβαινε
την εποχή εκείνη.
Σε ένα δέντρο ανέβηκε
και ο Καρακατσάνης
όχι δεν ήταν κυνηγός
μα ούτε και τσομπάνης.
Ανέβηκε ως ακτιβιστής
τον πλάτανο να σώσει
προτού του Δήμου ερπύστρια
να τον ισοπεδώσει.
Άνδρες κατέφτασαν των ΜΑΤ
με κράνη και με μπότες
μα του συμπαραστάθηκαν
οι Αμπελοκηπιώτες.
Έτσι το δέντρο σώθηκε,
θεριεύει και ψηλώνει
κι οι οικολόγοι απέκτησαν
έναν Κολοκοτρώνη.
Μα η ιστορία προσπερνά
αυτά τα ντοκουμέντα
και μνημονεύει μόνο αυτούς
που ρίχνουνε τσιμέντα.
Εμείς καμάρι το ’χουμε
απάνω στο πατάρι
που είναι στην παρέα μας
αυτό το παλικάρι.
Χρέος μας είναι το λοιπόν
μία τιμή για εκείνον
αφού εναντιώθηκε
σε εξουσία κρετίνων.
Πλάκα πρέπει να στήσουμε
κάτω απ’ το πλατάνι•
πάνω να γράφει: ¨ΠΛΑΤΑΝΟΣ
ΓΙΩΡΓΟΥ ΚΑΡΑΚΑΤΣΑΝΗ¨.
χτίζουνε τη φωλιά τους
κι οι γάτες ανεβαίνουνε
με άδεια την κοιλιά τους.
Και στους κορμούς οι σκίουροι
μα και οι μπαμπουίνοι
και ο Ταρζάν ανέβαινε
την εποχή εκείνη.
Σε ένα δέντρο ανέβηκε
και ο Καρακατσάνης
όχι δεν ήταν κυνηγός
μα ούτε και τσομπάνης.
Ανέβηκε ως ακτιβιστής
τον πλάτανο να σώσει
προτού του Δήμου ερπύστρια
να τον ισοπεδώσει.
Άνδρες κατέφτασαν των ΜΑΤ
με κράνη και με μπότες
μα του συμπαραστάθηκαν
οι Αμπελοκηπιώτες.
Έτσι το δέντρο σώθηκε,
θεριεύει και ψηλώνει
κι οι οικολόγοι απέκτησαν
έναν Κολοκοτρώνη.
Μα η ιστορία προσπερνά
αυτά τα ντοκουμέντα
και μνημονεύει μόνο αυτούς
που ρίχνουνε τσιμέντα.
Εμείς καμάρι το ’χουμε
απάνω στο πατάρι
που είναι στην παρέα μας
αυτό το παλικάρι.
Χρέος μας είναι το λοιπόν
μία τιμή για εκείνον
αφού εναντιώθηκε
σε εξουσία κρετίνων.
Πλάκα πρέπει να στήσουμε
κάτω απ’ το πλατάνι•
πάνω να γράφει: ¨ΠΛΑΤΑΝΟΣ
ΓΙΩΡΓΟΥ ΚΑΡΑΚΑΤΣΑΝΗ¨.
Δευτέρα 13 Δεκεμβρίου 2010
ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΩΝ
ΑΓΝΩΣΤΟΥ ΧΙ 56
Πίνε και ευφραίνου φίλε μου
τώρα είναι που γυρίζει
το μέλλον και το αύριο
κανένας δε γνωρίζει.
Γλέντα, σκόρπα, τρώγε, πίνε
πάντα να ’σαι γελαστός
δίχως βιάση, δίχως κόπο
σκέψου πάντα σαν θνητός.
Ο θάνατος απ’ τη ζωή
απέχει ένα βήμα
όλος ο βίος μια στροφή
και ύστερα ένα μνήμα.
Δικά σου είναι όσο ζεις
μα αν αποδημήσεις
εσύ δεν θα ’χεις τίποτα
σε άλλον θα τ’ αφήσεις.
ΠΑΛΛΑΔΑ
Απόλαυσε τη ζωή
Φίλε δεν είναι βέβαιο
πως κι αύριο θα υπάρχεις,
από το θάνατο κανείς
δεν είναι σκασιάρχης.
Αφού το ξέρεις άνθρωπε
ρίξ’ το στο παραμύθι
στο Βρόμιο αναζήτησε
του θάνατου τη λήθη.
Στο βίο τον εφήμερο
την Κύπρη απόλαυσέ τη
για τ’ άλλα μόνη να νοιαστεί
την τύχη άφησέ τη.
Επιγράμματα από την Παλατινή Ανθολογία σε ελέυθερη απόδοση.
Από το βιβλίο μου ΠΙΕ ΚΑΙ ΕΡΑ.
Σημείωση: Βρόμιος=Διόνυσος, Κύπρη=Αφροδίτη
Πίνε και ευφραίνου φίλε μου
τώρα είναι που γυρίζει
το μέλλον και το αύριο
κανένας δε γνωρίζει.
Γλέντα, σκόρπα, τρώγε, πίνε
πάντα να ’σαι γελαστός
δίχως βιάση, δίχως κόπο
σκέψου πάντα σαν θνητός.
Ο θάνατος απ’ τη ζωή
απέχει ένα βήμα
όλος ο βίος μια στροφή
και ύστερα ένα μνήμα.
Δικά σου είναι όσο ζεις
μα αν αποδημήσεις
εσύ δεν θα ’χεις τίποτα
σε άλλον θα τ’ αφήσεις.
ΠΑΛΛΑΔΑ
Απόλαυσε τη ζωή
Φίλε δεν είναι βέβαιο
πως κι αύριο θα υπάρχεις,
από το θάνατο κανείς
δεν είναι σκασιάρχης.
Αφού το ξέρεις άνθρωπε
ρίξ’ το στο παραμύθι
στο Βρόμιο αναζήτησε
του θάνατου τη λήθη.
Στο βίο τον εφήμερο
την Κύπρη απόλαυσέ τη
για τ’ άλλα μόνη να νοιαστεί
την τύχη άφησέ τη.
Επιγράμματα από την Παλατινή Ανθολογία σε ελέυθερη απόδοση.
Από το βιβλίο μου ΠΙΕ ΚΑΙ ΕΡΑ.
Σημείωση: Βρόμιος=Διόνυσος, Κύπρη=Αφροδίτη
Παρασκευή 10 Δεκεμβρίου 2010
ΣΥΝΤΑΞΙΟΥΧΟΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΣ
Πήγα προχτές στη Γευγελή, βγήκα εκτός συνόρων
όχι ως τουρίστας τώρα πια μα ένεκα των όρων
-των δυσμενών- που επέβαλε το Δου.Νου.Του. στη χώρα
που πλήττουν κι όσους σύνταξη θέλουν να πάρουν τώρα.
Πήρα λοιπόν δυο φίλους μου που ξέρουνε τη γλώσσα
αφού να γίνω σκέφτομαι φόλι σε καμιά κλώσα.
Όταν θα βγει η σύνταξη το χρήμα εδώ δε φτάνει
γι’ αυτό θα ρίξω άγκυρα σ’ αλλοδαπό λιμάνι.
Όπως οι νέοι φεύγουνε γι’ αλλού να βρούνε μέλλον
πρέπει κάπως ανάλογα να σκέφτεται και ο γέρων.
Πάει λοιπόν στην ξενιτιά και ο συνταξιούχος
σε μέρη όμως πιο φτωχά κι είναι προνομιούχος.
Εκεί που ζεις σαν βασιλιάς ως Άναξ ή σαν Κράλης
αρκεί στο χρονοντούλαπο το παρελθόν να βάλεις.
Βρίσκουν εκεί στα Σκόπια και σ’ άλλα όμορα κράτη
σπίτι φτηνό, καλό φαΐ κι ένα ζεστό κρεβάτι.
Φιλόξενη νοικοκυρά για να τους περιθάλπει,
δίνει παράταση ζωής, τη libido εξάπτει.
Βρήκα κι εγώ ελεύθερες, χήρες, διαζευγμένες
που ένα μερίδιο ζητούν στη σύνταξη οι καημένες.
Μα έχω ένα δίλλημα ποια να πρωτοδιαλέξω•
πλούσια ¨βιογραφικά¨ και πως θα τα ξεμπλέξω;
Τώρα που έμαθα λοιπόν αυτά τα κατατόπια
θα οργανώσω εκδρομή, βγάλτε τα πασαπόρτια.
Να πάμε φίλοι μου καλοί και να σας ξεναγήσω
ίδια και σεις να πράξετε μ’ εμένα να σας ψήσω.
Σας εγγυώμαι είν’ άριστη αυτή η επιλογή μου
που συνδυάζει το τερπνόν μετά του ωφελίμου.
Το νου σας όμως, τσιμουδιά, να ’χετε εχεμύθεια
διότι οι γυναίκες μας δεν είναι κουτορνίθια.
Και προπαντός η Δέσποινα μην τύχει και το μάθει
γιατί μετά θα υποστώ του λιναριού τα πάθη.
Αν μάθει ότι ψάχνομαι για νέα κι ορθοβύζα
είναι ικανή το ¨επίμαχο¨ να κόψει απ’ τη ρίζα.
όχι ως τουρίστας τώρα πια μα ένεκα των όρων
-των δυσμενών- που επέβαλε το Δου.Νου.Του. στη χώρα
που πλήττουν κι όσους σύνταξη θέλουν να πάρουν τώρα.
Πήρα λοιπόν δυο φίλους μου που ξέρουνε τη γλώσσα
αφού να γίνω σκέφτομαι φόλι σε καμιά κλώσα.
Όταν θα βγει η σύνταξη το χρήμα εδώ δε φτάνει
γι’ αυτό θα ρίξω άγκυρα σ’ αλλοδαπό λιμάνι.
Όπως οι νέοι φεύγουνε γι’ αλλού να βρούνε μέλλον
πρέπει κάπως ανάλογα να σκέφτεται και ο γέρων.
Πάει λοιπόν στην ξενιτιά και ο συνταξιούχος
σε μέρη όμως πιο φτωχά κι είναι προνομιούχος.
Εκεί που ζεις σαν βασιλιάς ως Άναξ ή σαν Κράλης
αρκεί στο χρονοντούλαπο το παρελθόν να βάλεις.
Βρίσκουν εκεί στα Σκόπια και σ’ άλλα όμορα κράτη
σπίτι φτηνό, καλό φαΐ κι ένα ζεστό κρεβάτι.
Φιλόξενη νοικοκυρά για να τους περιθάλπει,
δίνει παράταση ζωής, τη libido εξάπτει.
Βρήκα κι εγώ ελεύθερες, χήρες, διαζευγμένες
που ένα μερίδιο ζητούν στη σύνταξη οι καημένες.
Μα έχω ένα δίλλημα ποια να πρωτοδιαλέξω•
πλούσια ¨βιογραφικά¨ και πως θα τα ξεμπλέξω;
Τώρα που έμαθα λοιπόν αυτά τα κατατόπια
θα οργανώσω εκδρομή, βγάλτε τα πασαπόρτια.
Να πάμε φίλοι μου καλοί και να σας ξεναγήσω
ίδια και σεις να πράξετε μ’ εμένα να σας ψήσω.
Σας εγγυώμαι είν’ άριστη αυτή η επιλογή μου
που συνδυάζει το τερπνόν μετά του ωφελίμου.
Το νου σας όμως, τσιμουδιά, να ’χετε εχεμύθεια
διότι οι γυναίκες μας δεν είναι κουτορνίθια.
Και προπαντός η Δέσποινα μην τύχει και το μάθει
γιατί μετά θα υποστώ του λιναριού τα πάθη.
Αν μάθει ότι ψάχνομαι για νέα κι ορθοβύζα
είναι ικανή το ¨επίμαχο¨ να κόψει απ’ τη ρίζα.
Σάββατο 4 Δεκεμβρίου 2010
ΤΙ ΕΝΝΟΕΙ Ο ΠΟΙΗΤΗΣ;
Τι είναι λοιπόν η ποίηση
ποιος είναι ο ορισμός της
ποιος θα μου δώσει απάντηση
ποιος ο σοφός και γνώστης;
Λες να ’ναι ο προφορικός
λόγος συμπυκνωμένος,
μήπως ο αφαιρετικός
και καμουφλαρισμένος;
Είναι ιδέες ασύμπτωτες
εντός σύμμετρου λόγου
ή η ακατάληπτη γραφή
ασυναρτησιολόγου;
Ποιος είναι τάχα ποιητής;
Ποιεί ή προσποιείται;
Το ακανθώδες αίνιγμα
καλείστε να το βρείτε.
Απ’ τη στιγμή που χάθηκε
του στίχου το τερτσέτο
τότε το καραφλό αυγό
πιάστο και κούρεψέ το.
Μέτρο, αρμονία και ρυθμός
με μαστοριά δεμένα
αυτά είναι της αληθινής
ποίησης δεδομένα.
Ευθύβολοι και άμεσοι
θα πρέπει να ’ναι οι στίχοι
κι όχι σιβυλλικοί χρησμοί
ή της Πυθίας γρίφοι.
Ο ποιητής απ’ την αρχή
θέτει έντεχνα το στόχο
κι ο αναγνώστης πιάνεται
στο τέλος απ’ το βρόχο.
Αν απευθύνεται ο ποιων
μόνο στον εαυτό του
θεωρεί το σύμπαν πως γυρνά
γύρω απ’ το εγώ του.
Μα η ποίηση είναι Εμείς,
μέθεξη, κοινωνία
και ποιητής η χόβολη,
η εστία κι η λυχνία.
Αλλιώς η φράση η γνωστή
αν τον χαρακτηρίζει:
«τι εννοεί ο ποιητής»
Ε! τότε βράσε ρύζι.
ποιος είναι ο ορισμός της
ποιος θα μου δώσει απάντηση
ποιος ο σοφός και γνώστης;
Λες να ’ναι ο προφορικός
λόγος συμπυκνωμένος,
μήπως ο αφαιρετικός
και καμουφλαρισμένος;
Είναι ιδέες ασύμπτωτες
εντός σύμμετρου λόγου
ή η ακατάληπτη γραφή
ασυναρτησιολόγου;
Ποιος είναι τάχα ποιητής;
Ποιεί ή προσποιείται;
Το ακανθώδες αίνιγμα
καλείστε να το βρείτε.
Απ’ τη στιγμή που χάθηκε
του στίχου το τερτσέτο
τότε το καραφλό αυγό
πιάστο και κούρεψέ το.
Μέτρο, αρμονία και ρυθμός
με μαστοριά δεμένα
αυτά είναι της αληθινής
ποίησης δεδομένα.
Ευθύβολοι και άμεσοι
θα πρέπει να ’ναι οι στίχοι
κι όχι σιβυλλικοί χρησμοί
ή της Πυθίας γρίφοι.
Ο ποιητής απ’ την αρχή
θέτει έντεχνα το στόχο
κι ο αναγνώστης πιάνεται
στο τέλος απ’ το βρόχο.
Αν απευθύνεται ο ποιων
μόνο στον εαυτό του
θεωρεί το σύμπαν πως γυρνά
γύρω απ’ το εγώ του.
Μα η ποίηση είναι Εμείς,
μέθεξη, κοινωνία
και ποιητής η χόβολη,
η εστία κι η λυχνία.
Αλλιώς η φράση η γνωστή
αν τον χαρακτηρίζει:
«τι εννοεί ο ποιητής»
Ε! τότε βράσε ρύζι.